Ο Αλκοολικός Ψυχίατρος πήγε στο γραφείο, δέκα το πρωί κι έβαλε το πρώτο, γιατί έτρεμαν τα χέρια του και για να διώξει τη γεύση του χτεσινού τελευταίου. Μισό μπουκάλι παρακάτω πήρε και το τελευταίο μήνυμα στον αυτόματο τηλεφωνητή. Δύο. Ένα σκέτο δύο από ανδρική φωνή. Έβαλε το ουίσκυ στα πόδια στο γραφείο κι ετοιμάστηκε για το πρώτο ραντεβού. Με πέντε μπουκάλια μες στο δεκαήμερο κι ένα αριθμό στον αυτόματο τηλεφωνητή κάθε μέρα από μια φωνή συμπλήρωσε τον αριθμό: Δύο, Ένα, Μηδέν, Πέντε, Δύο, Δύο , Εφτά, Εννιά, Δύο, Μηδέν. Την εντέκατη μέρα σιωπή. Ήπιε ένα ακόμα περιμένοντας… Σιωπή. Ξανάκουσε τους αριθμούς και τους έγραψε σε ένα φύλλο από το συνταγολόγιό του. Δέκα αριθμοί. Αριθμός τηλεφώνου. Δύο Δέκα, Πενήντα δύο είκοσι εφτά, Εφτά είκοσι. Με χέρια που έτρεμαν ακόμη γιατί δεν είχε έρθει στα ίσια του, πήρε τις πληροφορίες της τηλεφωνικής. Σε ποιόν ανήκει το νούμερο. Μια γυναικεία φωνή ακούστηκε: Τα στοιχεία μας λένε ότι ο αριθμός ανήκει στο Κέντρο Ανωνύμων Αλκοολικών, να καλέσουμε; Είπε όχι κι έκλεισε μηχανικά. Έβαλε ένα δάχτυλο από το ουίσκυ που στο χωριό του το λένε: Δεκατεσάρ! Άκου Δεκατεσάρ, σκέφτηκε γέλασε και το κατέβασε. Η μέρα ήταν μισό μπουκάλι ουίσκυ ψηλά. Και περίμενε πελάτες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου