Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2017

Ραούλ Γκόμεθ Χάττιν, ποιήματα

Τραγούδι Ειλικρινούς Αγάπης

Υπόσχομαι να μη σε αγαπήσω αιώνια,
ούτε πιστός να σου είμαι ως το θάνατο,
ούτε να περπατάμε κρατημένοι από το χέρι,
ούτε να σε γεμίσω ρόδα,
ούτε να σε φιλάω παθιασμένα πάντα.
Ορκίζομαι πως θα υπάρξουν θλίψεις,
προβλήματα και καυγάδες
και θα κοιτάξω άλλες γυναίκες,
εσύ θα κοιτάξεις άλλους άνδρες.
Ορκίζομαι πως δεν είσαι το παν μου
ούτε ο ουρανός μου, ούτε ο μοναδικός μου
λόγος για να ζω,
αν και φορές μου λείπεις.
Υπόσχομαι να μη σ' επιθυμώ για πάντα
θα κουραστώ κάποιες φορές από το σεξ σου
κι εσύ θα κουραστείς απ' το δικό μου
και τα μαλλιά σου σε κάποιες περιπτώσεις
θα γίνουν ενοχλητικά στο πρόσωπό μου.
Ορκίζομαι πως θα υπάρξουνε στιγμές
που θα νιώσουμε ένα μίσος αμοιβαίο
θα θέλουμε να τα τελειώσουμε όλα και
ίσως να τα τελειώσουμε
αλλά σου λέω ότι θ' αγαπηθούμε
θα φτιάξουμε, θα μοιραστούμε.
Τώρα θα με πιστέψεις πως σε αγαπώ;
*
Αυτό που είμαι

Στο κορμί αυτό
όπου η ζωή πια νυχτώνει
ζω εγώ.
Κοιλιά μαλακή και φαλακρό κεφάλι
Λίγα δόντια
Κι εγώ απομέσα
σαν καταδικασμένος
Βρίσκομαι μέσα κι είμαι ερωτευμένος
και είμαι γέρος.
Μετράω τον πόνο μου με την ποίηση
και το αποτέλεσμα είναι εξόχως πονεμένο
Φωνές που λένε: εδώ έρχονται οι αγωνίες σου.
Φωνές σπασμένες: πέρασαν πια οι μέρες σου.
Η ποίηση είναι η μοναδική συντρόφισσα
συνήθισε στα μαχαίρια της
γιατί είναι η μόνη.
*

Αυτή παραπονιέται

Θα μου άρεσε να είμαι άντρας
για να σε κατέχω.
Για να δίνω μπουνίδια σαν δείγμα τρυφερότητας
και πίστης.
Για να φοράω τις μπότες του επιστάτη
και να σε καβαλάω γυμνό.
Για να σε απειλώ μ' ένα περίστροφο.
Αλλά εγώ
Μια γυναίκα
Μια απλή γυναίκα
Τί μπορεί αξιομημόνευτο να κάνει
στην συνέχιση ενός έρωτα;
*
Αντίνοος


Μικρή, φτωχή, περιπλανώμενη ψυχή μου
Αδριανός

Είναι άνδρας θαυμαστός ο Ισπανός αφέντης μου ο Αυτοκράτορας
αλλά είναι τόσο τρομερός όσο ερωτικός και καλός
γιατί η εξουσία παρέχει μια γοητεία σχεδόν ανυπόφορη
Αν και στ' αλήθεια δεν έχω παράπονο κανένα
απ΄τον Αδριανό που είναι ο πιο σοφός απ' τους σοφούς
Γνωρίζει για τη γη μου ίσως περισσότερα απ΄ότι εγώ
Του θεούς της Ελλάδας καταλαβαίνει σαν Έλληνας
Καταλαβαίνει την παγκόσμια γνώση τόσο
όσο κανένας άλλος. Και με αγαπάει με τρέλα.
Ίδρυσε μια πόλη προς τιμήν μου
Φέρνω κάποιους λωτούς λιλά για τον κήπο μας
κι εγώ ο ίδιος έπιασα ένα πουλί του Νείλου
Δώρα είναι που του έφερα με την καρδιά μου όλη
Μακάρι να τα φυλάξει η μνήμη του του ερωτευμένου
Αν και μετά κάθε φορά αφού τα δίνω πονάω λίγο
είναι τόσα πολλά όσα δέχεται σε μια μέρα
Φορές νιώθω το φόβο να χάσω την αγάπη του
Προτιμώ να πνιγώ στο ποτάμι
που οι θεοί να σπλαχνιστούν τα δεκαεπτά μου χρόνια
Εγώ τόσο αμαθής κι εύθραυστος και μικρός
Έχω εραστή που είναι ο κυρίαρχος του κόσμου

Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2017

Δημήτρης Καλοκύρης, νομίσματα και νενομισμένα

Ο Δημήτρης Καλοκύρης είναι κατ' εξοχήν ποιητής της απόβλεψης. Με την έννοια ότι χωρίς καμιά κλήση για ποιητής τοποθετείται από τις δευτερεύουσες εργασίες της σε μια στατιστική λογιότητας. Υπερεκτιμημένος την εποχή που διαθέτει λογοτεχνικό περιοδικό, πέφτει στη λήθη όταν το κλείνει, και παραμένει θολά ως ένας λογοτεχνικός μεταπράτης της ποίησης του Μπόρχες, την οποίαν μετέφρασε ψυχρά, αφυδατώνωντας το στυλιστικό αλάτι του πρωτοτύπου, από ποια γλώσσα δεν ξέρω, αλλά προσωπικά δεν τον άκουσα ποτέ δημοσίως. να λέει λέξη ισπανικά. Για τους αποτυχημένους υπάρχουν πάντα διοικητικές θέσεις στο λογοτεχνικό συνδικαλισμό. Και ως συνδικαλιστής εμφανίζεται τελευταία εξαργυρώνοντας την υποταγή εντύπων και προσώπων προς το έργο του που θέλει όλη την καλή θέληση να το αποδεχτούμε ως ποίηση ενδιαφέροντος. Η μπορχεσιανή του θητεία φαίνεται ότι υποβοήθησε τη σύνολη κατάρρευση της σταδιοδρομίας του, καθώς αδυνατώντας για μια ποιητική συνομιλία μαζί του, τρώει τον καιρό του σε ταλμουδικής υφής υποταγές, διυλίζοντας κώνωπες υποσημειώσεων, που είναι εξαντλητικά σχολιασμένες στον ισπανόφωνο κόσμο. Η περίπττωσή του πάει να γίνει παραδειγματική για την ανθεκτικότητα κάποιων προσώπων της γενιάς του, που στην έκτη δεκαετία της ζωής τους και βάλε, συνεχίζουν να μας απασχολούν πιάνοντας απλώς χώρο στη δημοσιότητα.

Ο Μπόρχες στην Ελλάδα

Δεν υπάρχει αντιπροσωπεία Μπόρχες στην Ελλάδα. Δεν είναι λακόστ ο Μπόρχες. Και κανείς μεταφραστής δεν θεμελιώνει ύπαρξη λογοτεχνική, όταν μάλιστα για κάποιους υπάρχει αμφιβολία αν έκαναν τον κόπο να μάθουν τη γλώσσα του πρωτοτύπου του Μπόρχες για να μεταφράσουν, με τη μετάφραση του έργου του Μπόρχες. Αν υπάρχει ένα μάθημα του Μπόρχες είναι να ακολουθούμε τις εμμονές μας κι όχι τις δικές του. Αυτό δεν απαγορεύει σε ένα μικρό ταλέντο να καταρρέει λογοτεχνικά ως μίμος των εμμονών του Μπόρχες, αλλά θα κριθεί ακριβώς ως αυτό που είναι: μίμος των εμμονών του Μπόρχες. Ως την επόμενη στροφή της σκάλας που μια γενιά ισπανομαθών και τρεφομένων από πρωτότυπες πηγές θα φροντίσει για την κράτηση και διάδοση του έργου του, ρίχνοντας στη λήθη τους μιμητές του.

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2017

Σύνδρομο Σαλιέρι


Λέγεται το σύνδρομο που παρουσιάζει ένας καλλιτέχνης που έχει κατώτερο ταλέντο από κάποιον άλλο, αλλά περισσότερες προσβάσεις στη δημοσιότητα. Έγινε χοντρικά γνωστό από την ταινία του Μίλος Φόρμαν Αμαντέους, και συμπλέει με το φαρισαϊσμό, αυτό που λέει το ευαγγέλιο, ότι ούτε εσείς μπορείτε να περάσετε στη βασιλεία, αλλά ούτε τους άλλους αφήνετε, μόνο κρατάτε την πόρτα. Το ΄σύνδρομο Σαλιέρι, απελευθερώνει το έτερον σκέλος της αμφιθυμίας που είναι ο φθόνος μετά τη δεκαετία του 70 όταν η θέση στη δημοσιότητα γίνεται βασικό κριτήριο υποκατάστασης της αξίας εν τέχνη.
Υ.Γ. Από Σύνδρομο Σαλιέρι εν Ελλάδι κατατρύχεται η πλειοψηφία των εχόντων περιοδικό, πολλών εκδοτών, των ανθολόγων, των πολιτιστικών δημοσιογράφων, και όλων εκείνων που θέλουν να χρησιμοποιήσουν την τέχνη ως χώρο άντλησης εξουσίας.

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2017

Η Μπαλάντα του Διαδοσία

Ο Δημήτρης διέδιδε, αλήθεια ψέματα το ίδιο μου κάνει
πως ο Τάσος εγάμουνε την Έλσα του Γιάννη.

Ο Δημήτρης είπε και σ' αυτά ποιός τον πιάνει
πως ο Τάσος εγάμουνε την Έλσα του Γιάννη.

Ο Δημήτρης, κι όλους ένα τρελάδικο μαζί δε σας φτάνει
πως ο Τάσος εγάμουνε την Έλσα του Γιάννη

Ο Δημήτρης ο γλίτσας το είπε, το μεγάλο τσογλάνι
πως ο Τάσος εγάμουνε την Έλσα του Γιάννη.

Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2017

Η Μπαλάντα του Σκληρού Τέλους

Στον καθένα επιφυλάσσεται μια μοίρα
πολύ μου η μνήμη για να μην μυθοποιήσω
και πολλές βιογραφίες, ας πούμε ο Γκότφριντ Μπένν.
Μην περιμένετε λοιπόν μνησικακίες κι Ελλάδα
σου έδωσα και μου χρωστάς κι εκείνων
που ξόδεψαν τη ζωή τους όχι για ένα μονογυάλι
αλλά για μια συνέντευξη σε αδερφίστικη φυλλάδα
μάταιη κι αυτή μες στης αγοράς το έλος
σκληρά θα πάμε, μάγκες , ως το τέλος

Γράφατε μαλακίες ο κάθενας σας και τώρα
έχετε φόβο γιατί το αρχείο η μνήμη μου ξερνάει
τις ξιπασιές του ενός και τις δουλείες του άλλου
το λιπαρό προσκύνημα εκεί που φτύνατε προχτές
κι ακόμα το πουλημένο της μάνας σας το κλάμα
που σας έφερνε στον κόσμο κι όλα για μια στάλα
δημοσιότητα με λόγια από μικρούς μετρίους  μεγάλα
που έχει τη λήθη σίγουρη για έσχατό της βέλος
σκληρά θα πάμε μάγκες ως το τέλος

Το δηλητήριο που θέλατε για τη ζωή μου
το έκανε όλο η αγάπη σθένος και συγγνώμη, ευχαριστώ,
τέτοια ήταν η δυσκολία του καιρού μου
και μια ρωγμή του χρόνου στην ποίηση για να μπω
που θα κριθούμε όλοι για τις λέξεις μας εντέλει
κι όχι ο κάθε φαρισαίος και η πόρτα όπου κρατώ
χωρίς καταλλαγή και με τα συγχωρήσεως στην αλητεία
που αλητεία μένει πάντα στο άλλο σκέλος
σκληρά θα πάμε, μάγκες, ως το τέλος.

Τιμή δεν έχει για ν' αγοραστεί εκείνο που είναι αργά
πολύ αργά για να αγοράσει η γνώμη οπότε
ρολάκι να την κάνετε και να τη χώσετε στον κώλο
στης αγοράς αυτής το έλος ως το έσχατο βέλος
 στο άλλο σας το που πουλιέται το σκέλος
σκληρά θα πάμε, μάγκες, ως το τέλος.



Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2017

Πέτρες

Πήγε ασβέστη στο εργοστάσιο γάλακτος και να πληρωθεί μάλλον, άργησε πολύ. Πέρασα απέναντι που ήταν γεμάτο αγκωνάρια λευκά γιατί κάνανε κανάλι για το φράγμα. Με πήρε το λευκό της πέτρας κι άντε παρακάτω και παρακάτω πήδαγα από αγκωνάρι σε αγκωνάρι, ένα λευκό πράγμα που στα νερά της πέτρας απελευθέρωνε αγάλματα. Ένα σύνδρομο Σταντάλ, που θα μπορούσε να λέγεται ακριβέστερα σύνδρομο Μπουοναρότι στη Καράρα. Με παρέσυραν οι πέτρες σαν ακίνητο νερό δυο χιλιόμετρα θα ήτανε από τη δημοσιά προς τη θάλασσα ώσπου το απόγευμα που έπεφτε κι ένα κρύο αεράκι μου θύμισαν πως ήμουν πολύ μακριά από εκεί που με άφησε ο πατέρας. Γύρισα, έψαξα το φορτηγό, κανείς. Αχ πέτρες τι μου κάνατε. Μα έπρεπε, πριν τις φάω, να γυρίσω πρώτα. Περίμενα το αστικό, τους ήξερα όλους, οδηγούς και εισπράκτορες και με ξέρανε κι έκανα σήμα με το χέρι. Το λεωφορείο σταμάτησε με πήρε κι ήθελα να επιταχυνθεί ο χρόνος και να φτάσω πίσω κι έσπρωχνα με το μυαλό μου και φανταζόμουν τα χειρότερα. Πότε έφτασα στο σπίτι δεν το θυμάμαι. Αλλά ούτε ξύλο, ούτε τίποτα. Κάτι είχα κερδίσει, αλλά δεν ήξερα τι. Χρόνια αργότερα σε μιαν αίθουσα μουσείου στη Φλωρεντία αναγνώρισα μια από εκείνες τις πέτρες. Ήταν το κορμί ενός σκλάβου που έσπρωχνε την αμορφία του μαρμάρου και μου ελευθέρωνε τα παιδικά χρόνια.

Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2017

Mexican Blanket Ballad


¨Ηταν πολύ εύκολο, τριάντα ανάβουμε κεράκια,
ήταν πολύ εύκολο να με πουλήσει κάποιος
τα φορτηγά πετάγαν κουραμάνα από ψηλά κι έτρεχε
ο καθένας κατά την αντοχή στη λάσπη του καιρού
να πάρει χωρίς να βλέπει που πατάει, μα εγώ
ήμουν αυτό το πατάει, αγάπα το κελί σου τρώγε
το φαί σου διάβαζε πολύ, κι έγραφα κιόλας
Mexican blanket get some sleep
in the morning I'll thank you with a kisss

κι ήτανε ακόμα και γυναίκες, φίλε μου
που προτιμούσαν από τη δόξα το καυλί
και δεν μπορούσα να καταδεχτώ σαν ποιητής
αυτό που δεν μπορούσα να έχω άντρας και
μάλλον έδινα εφευρετικές τις απαντήσεις
στο αρχαίο ερώτημα τί έχει ένα κορίτσι
που την κάνει γυναίκα και να την ποθείς
Mexican blanket get some sleep
in the morning I'ill thank you with a kisss

και μιας και ο χρόνος περνάει κατά την έγνοια σου
ήμουν ένας ευτυχισμένος λούζερ και
επιπλέον είχα κάθαρη συνείδηση του πράγματος
τόσο που να το εννοώ, ότι σ'αυτόν τον τόπο
που όλοι κλαίγονται πως πήρανε πιο λίγα
απόσο άξιζαν εγώ να τους δικαιολογώ και
μια που έγραφα πήρα όσο άξιζα και πιο πολλά
Mexican blanket get some sleep
in the morning I'll thank you with a kisss

κι ας είδα τα καλύτερα μυαλά της γενιάς μου
κατεστραμμένα από τη δημοσιότητα κι από
μάταιους ερεθισμούς του πλήθους που έφερνε
εννιά φορές σε μάζα και μιά σε κοινό και
είδα τα νούμερα της εξαγοράς των ψυχών
ενώ αγαπούσα αλλού κι αποκεί έφερνα
λέξεις αποσπασμένες τρυφερά από φιλιά
Mexican blanket get some sleep
in the morning I'll thank you with a kisss

από τα αστέρι μου που βγάζει και μια ευτυχία
λέω πως είναι από Θεού στο κάθε αντίξοο και
εορτάζω τριάντα χρόνια εντός λογοτεχνίας και
σαν οίστρος στη μεγάλη γελάδα της αγοράς
με γραφή, με έρωτα, σιωπή παιδιά και σθένος
να σπρώχνω κάτι λέξεις ομορφιάς στο χρόνο
σε πείσμα εκείνων που τους νίκησε το δεν υπάρχει της
Mexican blanket get some sleep
in the morning I'll thank you with a kisss



Σημ.
Mexican blanket get some sleep
in the morning I'll thank you with a kisss,
του Τέρρυ Παπαντίνα

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2017

Με κάθε τρόπο

Το πιο σημαντικό είναι το φως επειδή όλοι τις νύχτες το ξεχνάνε. Σημαντικό λοιπόν είναι το ποίημα που δεν θυμάται πως γράφτηκε. Σημαντική είναι η φράση που ξεχνάς που τη διάβασες. Σημαντική είναι η ανάγνωση όταν ξεχνιέσαι πως είναι ανάγνωση. Ο θόρυβος του μέσου της μετάδοσης είναι για χρόνια το ίδιο μονότονο μήνυμα. Χωρίς ιμάντα ελεγχόμενου θορύβου τουλάχιστον στο χρόνο της παραγωγής, δεν θα κάμεις τίποτα Τίμο. Τα Ρόδα Θαλάμου σάπισαν στα εκδοτήρια των Αθηνών. Κι η ποίηση σαπίζει καθημερινά στους ιμάντες της μετάδοσής της. Γαμείστε τους ιμάντες μετάδοσης με κάθε τρόπο. Για να υπάρχει μια ελπίδα να ακούσετε τη φωνή σας πριν γίνει θόρυβος.

Σκαλί


Έγινες σαν τους παλαιούς κι εσύ.
Μια ευτυχία παρόντος με φίλους
στη δωδεκαετή πόλη των παιδικών χρόνων
που σου επιτρέπουν
να μην είσαι πια φιλοξενούμενος
και να το παίρνει χαμπάρι ως και το γκαρσόνι
από το φιλοδώρημα και σύννεφα μεγάλα
για να ξέρεις από που κατάγονται
αυτά τα τα σχέδια ενός παιδιού
φανατικού που λεν για γράμματα
από την ανοιχτή πόρτα της αύλειας τουαλέτας.
Και σαν τους παλαιούς κι εσύ ως να
να φανεί πάλι εκείνη η αίθουσα
όπου η ευτυχία κοίμησε τα νεογνά των πόνων
κι όταν αρχίσουνε τα νη πα βου του τραγουδιού
όπως ο Νεράτζης κάποτε στου Άη Θανάση το ψαλτήρι
βγαίνουν τα μάρμαρα των τάφων
εκείνα που μονάχα το δάκρυο τα λευκαίνει
και σου βαθαίνουν τη φωνή ως τα μωβάκια.
Γιατί το πεπρωμένο από τα άσημα του βίου
στους καιρούς της ευτυχίας είναι αυτό:
να είσαι ένα είδος τελευταίου των ημερών
που να κρατάει σε στεφάνια επιταφίων και φωνής
όσο από τον πόνο του αναλογεί στον κόσμο.

Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2017

Τετράστιχο με δάνειους τους πρώτους στίχους από το Γεράσιμο Ευαγγελάτο.

" Αν σ’ αγαπούν να μάθουν να το λένε
κι αν δε στο πουν να μάθεις να το κλέβεις"
Έτσι έχω ζήσει ως τώρα, πως το λένε,
κι έχω τσακίσει ανθρώπους ως να επέμβεις.

Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2017

Συνέπειες

Δεν είναι το διεκδικούμενο της αφορμής, είναι η βαθύτερη πρόθεση. Γιατί αυτός που έχει αλήτικες συμπεριφορές, έχει στόχο βαθύτερο από αυτό που προσπορίζεται ως αντικείμενο ή ως κύρος. Αυτό που κατά βάθος θέλει η στεγνωμένη ψυχή του είναι να σου δηλητηριάσει την καλή προαίρεση της προσέγγισης με τους ανθρώπους. Και για αυτό και μόνο όσο και να τον ξεσκίσεις λίγο του είναι. Διότι οι δηλητηριασταί της καλής προαίρεσης των ανθρωπίνων προσεγγίσεων, ξεσκίζονται με κάθε τρόπο.

Κότες και κοτόπουλα

Μέχρι να έρθουν οι κέδροι και οι ίκαροι να μας σφαχτούν στην ποδιά, όταν δίνουμε συνέντευξη, δεν αφήνουμε τα κωλόπαιδα να κάνουν μόνο υπεραξία δημοσιότητας, παίρνουμε το λόγο και λέμε ευχαριστώ και στον εκδότη μας, γιατί δεν ξέρουμε ποιοί άλλοι δεν πληρώνονται για να βγάζουμε το αριστουργημά μας δωρέαν και αν είμαστε και από το μπάχο καζακλάρ και την άλτα τσαρίτσανη που η ντοπιολαλιά έχει ευχαριστώ δανεικό, το λέμε δυο φορές γιατί οι κέρδροι και ίκαροι μας παρατηρούν που είμαστε ανευχαρίστηγοι και δεν θα έρθουν ποτέ και περιπλέον αφήνουμε να φαίνεται το είχε στον κώλο μαύρα φτερά της φιλοδοξίας μας που είναι τοοοση σαν σοκολάτα γάλακτος του δεκάρικου που έτρωγαν οι άλλοι και μας έμειναν τα σάλια. Άντε μανάμ και το μάθημα όπως το κρασί στη γιορτή στο δαφνί δωρεάν.

Θέσαρ Βαγιέχο, Ποιήματα

Επεξήγησις

Εγώ γεννήθηκα μια μέρα
που ο Θεός ήτανε άρρωστος.
Όλοι ξέρουν πως ζω
και πως είμαι κακός, και δεν ξέρουν
για το Δεκέμβρη αυτού του Γενάρη.
Εγώ γεννήθηκα μια μέρα
που ο Θεός ήτανε άρρωστος.
Υπάρχει ένα κενό
στο μεταφυσικό μου αέρα
που κανείς δεν πρέπει ν' αγγίξει:
το κλείστρο μιας σιωπής
που μίλησε με τη φωτιά.
Εγώ γεννήθηκα μια μέρα
που ο Θεός ήτανε άρρωστος.
Αδελφέ, άκου, άκου...
Καλά. Και δεν θα φύγω
χωρίς να πάρω Δεκέμβρηδες
χωρίς ν΄αφήσω Γενάρηδες.
Λοιπόν εγώ γεννήθηκα μια μέρα
που ο Θεός ήτανε άρρωστος.
¨Όλοι ξέρουν πως ζω
πως μασάω... και δεν ξέρουν
γιατί στο στίχο μου τρίζουν,
σκοτεινή ανοστιά από φέρετρο,
κουρέλια άνεμοι
ξετυλιγμένοι από τη Σφίγγα
την ερωτώσα της Ερήμου.
Όλοι ξέρουν... Και δεν ξέρουν
πως το Φως είν' φθισικό
και η Σκιά χοντρή...
Και δεν ξέρουν πως το μυστήριο συνθέτει...
πως είναι αυτό η καμπούρα
μουσική και θλιμμένη που από απόσταση αναγγέλει
το βήμα το μεσημβρινό από τα όρια στα Όρια.
Εγώ γεννήθηκα μια μέρα
που ο Θεός ήτανε άρρωστος
βαρειά.

Ύψος και Μαλλιά

Ποιός δεν έχει το γαλάζιο ρούχο του;
Ποιός δεν κολατσίζει και δεν παίρνει το τραμ,
με το τσιγάρο του εξασφαλισμένο και τον πόνο του τσέπης;
Εγώ που τόσο μόνος γεννήθηκα!
Εγώ που τόσο μόνος γεννήθηκα!

Ποιός δεν γράφει ένα γράμμα;
Ποιός δε μιλάει για ένα θέμα πολύ ενδιαφέρον,
πεθαίνοντας από συνήθεια και κλαίγοντας εξ ακοής;
Εγώ που μοναχά γεννήθηκα!
Εγώ που μοναχά γεννήθηκα!
Ποιός δεν ονομάζεται Κάρλος ή οτιδήποτε άλλο πράγμα;
Ποιός στο γάτο δε λέει, γάτε γάτε;
Αχ, εγώ που μόνος γεννήθηκα μονάχα!
Αχ, εγώ που μόνος γεννήθηκα μονάχα!

Η Βία των ωρών

Όλοι έχουν πεθάνει.
Πέθανε η δόνια Αντόνια,ασθματική, που έκανε φτηνό ψωμί στον οικισμό.
Πέθανε ο Σαντιάγο, ο παπάς, που τον ηδόνιζε να τον χαιρετάνε οι νέοι κι οι κοπελιές, απαντώντας σε όλους, αδιάκριτα, "Καλημέρα Χοσέ!", "Καλημέρα "Μαρία".
Πέθανε εκείνη η νεαρή ξανθή, Καρλότα, αφήνοντας ένα αγοράκι μηνών, που κι αυτό πέθανε μετά οχτώ ημέρες απ 'τη μάνα του.
Πέθανε η θεία μου Αλμπίνα, που είχε συνήθειο να τραγουδάει παλιούς σκοπούς, ενώ έραβε στους διαδρόμους, για την Ισιδόρα,
την υπηρέτρια, την εντιμότατη γυναίκα.
Πέθανε ένας γερός μονόφθαλμος, όνομα δε θυμάμαι, αλλά κοιμότανε στον ήλιο του πρωινού, μπροστά στην πόρτα του τενεκετζή στη γωνία.
Πέθανε ο Ράγιο, σκυλί στο ύψος μου, πληγωμένος από σφαίρα ποιος ξέρει ποιανού.
Πέθανε ο Λούκας, ο κουνιάδος μου στην ειρήνη από τις ζώνες, που τον θυμάμαι όταν βρέχει και δεν υπάρχει κανείς μες στο μυαλό μου.
Πέθανε στο περίστροφό μου η μάνα μου, στη γροθιά μου η αδελφή κι ο αδελφός στα σπλάχνα μου τα ματωμένα, κι οι τρεις δεμένοι από ένα θλιμμένο γένος θλίψης, τον Αύγουστο από χρόνια συνεχόμενα.
Πέθανε ο μουσικός Μέντες, ψηλός και πολύ μεθυσμένος, που έκανε στο κλαρίνο του σολφέζ από τοκάτες μελαγχολικές, που στο άκουσμά τους οι κότες της γειτονιάς αποκοιμιούνταν, πολύ πριν ο ήλιος πέσει.
Πέθανε η αιώνιότητά μου και την ξενυχτάω.


Αγάπη

Κανείς δεν ήρθε να ρωτήσει σήμερα,
και τίποτα δεν μου ζητήσαν το απόγευμα.
Δεν είδα κάν ένα λουλούδι του κοιμητηρίου
στην τόσο χαρωπή λιτανεία των φώτων.
Συχώρα με , Κύριε: τί λίγο έχω πεθάνει!
Αυτό το απόγευμα όλοι, όλοι περνούν
δίχως να με ρωτούν ή να ζητάνε τίποτα.
Και δεν ξέρω τί ξεχνούν κι απομένει
κακό στα χέρια μου, σαν ξένο πράγμα.
Βγήκα στην πόρτα
και μου 'ρχεται να κραυγάσω σε όλους:
αν τους λείπει κάτι, εδώ απομένει!
Γιατί όλης αυτής της ζωής τα απογεύματα
δεν ξέρω με τι πόρτες χτυπάν ένα πρόσωπο,
και κάτι ξένο πιάνει την ψυχή μου.
Κανείς δεν ήρθε σήμερα,
και σήμερα τί λίγο έχω πεθάνει αυτό το απόγευμα.


Λίστα Μισθοδοσίας Οστών

Εζητείτο με φωνές μεγάλες:
- Να δείξετε τα δυο σας χέρια ταυτοχρόνως.
Και αυτό δεν κατέστη δυνατόν.

- Να σας πάρουν, ενώ κλαίτε το μέγεθος των βημάτων σας.
Και αυτό δεν κατέστη δυνατόν.
-Να σκεφτείτε μια σκέψη μοναδική,
στη διάρκεια που ένα μηδέν παραμένει άχρηστο.
Και αυτό δεν κατέστη δυνατόν.
-Να κάνετε μια τρέλα.
Και αυτό δεν κατέστη δυνατόν.
- Να εισέλθει αυτός και άλλος άντρας όμοιος με αυτόν,
να παρεμβληθεί ένα πλήθος ανδρών όπως αυτός.
Και αυτό δεν κατέστη δυνατόν
-Να σας συγκρίνουν με τον εαυτό σας τον ίδιο.
Και αυτό δεν κατέστη δυνατόν.
-Να σας ονομάσουν, τελικώς, με το όνομά σας.
Και αυτό δεν κατέστη δυνατόν.
Μετ. Β.Λ.


Χουάν Χέλμαν, Ποιήματα

ALOUETTE

Ευλογημένο το χέρι που θα μου έβγαζε τα μάτια
για να μη βλέπω παρά μόνο εσένα.
Κι αν μου κόβαν τη γλώσσα, η σιωπή της
θα τραγουδούσε γεμάτη από σένα.
Κι αν μου κόβαν τα χέρια, η μνήμη τους
θα ήξερε να χαϊδέψει εσένα
Κι αν μου κόβαν τα πόδια, το κενό τους
θα με έφερνε μέχρις εσένα.
Κι αν μετά με σκοτώναν
ακόμη θα έμενε όλος μου ο πόνος για σένα.


Επιτάφιος

Ένα πουλί ζούσε σε μένα.
Ένα άνθος ταξίδευε στο αίμα μου.
Και η καρδιά μου ένα βιολί.
Αγάπησα ή δεν αγάπησα. Μα φορές
μ' αγαπήσαν. Κι εμένα επίσης
με χαροποιούσαν η άνοιξη
τα ενωμένα χέρια, η ευτυχία.
( Λέω πως του ανθρώπου του πρέπει!)
( Ενθάδε κείται ένα πουλί.
Ένα άνθος
Ένα βιολί).

Πόλεις

Χτύπησε δύο το ρολόι, ο Καβάφης
έφυγε από την πόλη
για μια καλύτερη με παλμό. Οι θεοί
σκέφτονται την Ιθάκη και
δεν γνωρίζουν το παρόν
δεν βγαίνουνε στο δρόμο.
Τέλειωσε η ράθυμη περιφορά
της δέσμης των υακίνθων, η
ανησυχία για τους ωραίους έλληνες.
Οι τόποι κρύβουν το ερείπιό τους
κάτω από σύννεφα που θυμίζουν ακόμα
σώματα πλασμένα από τον Έρωτα
στην είσοδο ενός μπαρ.
Κρεβάτια ταπεινά, γράμματα
από σαπφείρινο μαβί στις συμβουλές
μίας παράστασης κενής.
Τα σβησμένα κεριά θυμίζουν
τη φλόγα τους για πρώτη φορά. Αυτός
δεν ήθελε να τα βλέπει με το δέρμα ξοδεμένο.
Αχ, Καβάφη Καβάφη ψάχνοντας
τα παράθυρα της έκπληξης, τα μέλη
μιας αγωνίας ανθισμένης.

Βάθη και Μυστικά

Το ποίημα έρχεται από
πιο κάτω απ΄τη ζωή.
Οι γείτονες το ξέρουν
πως ο δημιουργός έχει όλη την ευθύνη
από ζώα που κανείς δεν είδε,
απ΄την ομίχλη που έρχεται.
Υφαίνει το κενό, τα μαθήματα
ιστορίας του έκαναν κακό,
δεν είχαν αστραπές.
Οι άνθρωποι που ουρλιάζουν κι αφήνονται
να φαγωθούν από ανθρώπους που ουρλιάζουν
του προκαλούν ντροπή. Αυτός σκάβει
το χρόνο όπως εκείνος που
διστάζει σε ξεχασμένα τέρατα.
Το χαλάζι που έπεσε στην πόλη
έχει κομμάτια του πλανήτη
που του πάγωνε την καρδιά.

Αποκλίσεις

Μια λέξη οποιαδήποτε
δεν είναι μια λέξη οποιαδήποτε
δεν μοιάζει με το σώμα που την είπε,
δεν έχει χέρια, πόδια ούτε αγαπάει
σαν θνητός. Ό, τι ονομάζει
έχει θάλασσες που πάνε μακριά.
Στο σπίτι της όλοι μπορούν να μπουν
κι ο χρόνος της δεν σταματάει
σε κάθε στόμα. Προσμένει
ταξίδια στο σκοτεινό νερό που
έχει το όνομά σου.

Το παιχνίδι όπου προχωράμε

Αν μου δίναν να διαλέξω, εγώ θα διάλεγα
την υγεία αυτή να ξέρω πως είμαστε πολύ άρρωστοι,
τη χάρη αυτή να προχωράμε τόσο δυστυχείς
Αν μου δίναν να διαλέξω, εγώ θα διάλεγα
την αθωότητα αυτή του να μην είμαι αθώος
την καθαρότητα αυτή όπου βαδίζω σαν ακάθαρτος
Αν μου δίναν να διαλέξω, εγώ θα διάλεγα
την αγάπη αυτή που μ' αυτήν μισώ
την ελπίδα αυτή που τρώει ψωμιά απελπισμένα.
Εδώ συμβαίνει, κύριοι
πως παίζω με το θάνατο.


 Μετ. Β.Λ.

Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2017

Παρεμβολή

Ενώ εγώ διαβάζω τη διαθλασμένη γραφή του Ντελέζ προς τον Σπινόζα, που μου αποκαλύπτει μια χαρούμενη ανάληψη της σκέψης για δράση, μου τηλεφωνεί ο ποιητής,για να με προσγειώσει στη ζωή του του μικροαστού με τη σύνταξη του, τον καρκίνο του προστάτη του, το βασανάκι του, αλλά όχι την πρόσκληση για τα 40 χρόνια του ως ποιητής, ούτε το ευχαριστώ για όσα του μετέφρασα, με ρωτάει και λίγο λοξά αν είμαι καλά,  λες και μπορεί κάποιος να είναι άσχημα αν δεν έχεις δυο τρεις τέτοιους κάθε μέρα στο τηλέφωνο, αλλά επείγεται να πάρει πρώτος τη θέση του υστερικού, να πει τον πόνο του και να με βγάλει από τον Ντελέζ και το Σπινόζα και τη χαρούμενη σκέψη για δράση, να κάνω και δέκα χιλιόμετρα για να συναντηθούμε να πούμε τα της μιζέριας της αγοράς. Υπήρξα ευγενικός, δεν του είπα ότι περιμένω και το κηδειόχαρτό του. Διότι αφού με ξεχνάει στις χαρές του ας με έχει τουλάχιστον ενήμερο για τις λύπες του. Δεκάδες έτσι, εκατοντάδες έτσι. Δεκάδες χρόνια έτσι. Καμένα δευτερόλεπτα σε πηγαδάκια που δεν γεμίζουν γιατί θέλουν ξύλο και πούτσα που θα έλεγε κι Αντονέν Αρτώ. Λοιπόν ο Σπινόζα όπως τον διαβάζει ο Ντελέζ μου αποκαλύπτει μια χαρούμενη άποψη της σκέψης για την ανάληψη της δράσης...

Εν λογοτεχνία

Δεν υπάρχουν φιλίες στη λογοτεχνία, μόνο ψυχωτικοί συγχρωτισμοί μιας ορδής γιων χωρίς πατέρα που απολαμβάνουν την έχθρα των μικροδιαφορών που τους επιβάλει η αμοιβαία μετριότητα του έργου τους. Το είδα και από την αιώνια φιλία των αντιδίκων μου πως έψαχναν διαφορετικές πόρτες για να αποχωρήσουν ηττημένοι. Και συνεχίζω να το βλέπω από την τύχη που μου επιφύλαξε μια αρχοντική θέση μακριά από τη λάσπη της αγοράς.